Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Σεπτέμβριος, 2022

« Λευκή Κορδέλα »

Εικόνα
 « Λευκή  Κορδέλα » Ένας άνδρας, πολλοί άνδρες, κανένας Άνδρας. "όλοι είναι ίδιοι", πάντα ακούγεται πικρόχολο, μια γυναίκα, όμορφη αλλά  άτακτη ". Δύο άνθρωποι μαζί. Δυο διαφορετικοί κόσμοι γίνονται ένας. αποδέξου τον!! Αποδέξου την! Όχι, μη σε ενοχλεί η δική της συνήθεια! Είναι δική της. Της ανήκει!. Είναι η γυναίκα σου, είναι η κάθε γυναίκα!! Εσύ ψυχή μου γιατί θυμώνεις; "Άνδρας είμαι, κάνω ότι θέλω!" Είσαι γενναίος… είσαι σπουδαίος, ότι και αν κάνεις, τίμιο αν είναι, είσαι άνδρας. Αν αγαπάς είσαι άνδρας! Θεός μας έπλασε. Τι σημασία έχει η πρωτιά; δεν παίρνουμε μετάλλιο!! Μην απορείς που δεν με νοιάζουν όλα αυτά... Ζευγάρι είναι τα παπούτσια...πότε μεγάλα, πότε στενά, Όχι μην μπούμε μέσα σε αυτά! Ξυπόλυτη αγάπη λέγεται. Περπάτησέ την. Κι αν ματώσουμε θα τα ενώσουμε. Δεν με λένε γυναίκα,  με λένε ζωή. Δεν σε λένε άνδρα, σε λένε ψυχή. Ένωσε τις λέξεις!... μια κορδέλα λευκή ανεμίζει. Μην ακούς την ορδή μιας κοινωνίας πολέμιας. Δεν ξεχωρίζουμε!! Χωρίς αλλά, χωρίς

«Τα χρόνια εκείνα»

Εικόνα
  «Τα χρόνια εκείνα» Εκείνα τα χρόνια έτσι ήταν, Δύσκολα και κουραστικά, μα οι άνθρωποι άντεχαν Σήκωναν τα μανίκια, προσπαθούσαν να αδράξουν τη μέρα...έπειτα... σε λιγοστά στάχυα κοιμίζαν τα κορμιά τους. Σπασμένα σα κούκλες ψεύτικες πέρα δώθε, να φυτέψουν, να οργώνουν να γεννήσουν, ν΄ αντέξουν τη φτώχεια το χλευασμό, ανήμποροι να ονειρευτούν ένα καλύτερο μέλλον. Μάτια πονεμένα, κουρασμένα από το φως της λάμπας, σα ξημέρωνε τρεχαλητό στο πηγάδι να σύρει ο άντρας το σίκλο με το κρυστάλλινο νερό… κοιτούσε βαθιά κι έβλεπε το πρόσωπο του. Μιλούσε ώρα στο πηγάδι, η φωνή του έφτανε οσάν βουητό στα έγκατα της γης. Άκουγε το γάργαρο νερό να βυθίζεται μέσα στο κουβά και με χαρά το ανέβαζε ως απάνω. Αυτές ήταν στιγμές, χαρές, κι έπειτα ο καθένας στη δουλειά του. Ζύμωμα, φούρνισμα, ζεστό κρασί, μια μπάλα από χαρτί κλωτσούσαν τα κούτσικα, το γέλιο τους έφτανε μέχρι τον ουρανό, στα αυτιά του Θεού. Τα χρόνια εκείνα η φασαρία δεν ήταν από τα αμάξια ήταν από τα κάρα, από τα άλογα, για μήπως και  ποδήλα

«Η δασκάλα»

Εικόνα
 «Η δασκάλα» Μίλησε μου! πες μου ξανά τη φράση! Δεν καταλαβαίνω τι λες! όχι δεν φταίω! Μιλάς ελληνικά; μιλάω με τα χέρια! Σου εξηγώ, κατάλαβέ με! Τα δάκτυλα μου σου δείχνουν τι θέλω! Με αγωνία σχηματίζουν  γράμματα, λόγια, κύκλους, κουτάκια, γιατί δεν τα βλέπεις; Μιλάς ελληνικά; κοιτάζω το στόμα σου. Κατάλαβα τι λες, εσύ γιατί θυμώνεις; Ίδιοι είμαστε άνθρωπε, την ίδια γλώσσα μιλάμε! Όχι, εσύ παίζεις με τα χέρια, κουνιέσαι σαν μαριονέτα!! Δεν ξέρεις λέξη. Πιάνω χαρτί, σου γράφω, τα χέρια τρέμουν, έχω θυμό! με όλους! δεν φτιάχτηκε ο κόσμος  μόνο για σας! Είμαι μουγκή, όχι  άμυαλη! Είμαι δασκάλα, σε παιδιά σαν το δικό σου! Του μαθαίνω να μιλάει! Ελληνικά  και άλλες γλώσσες! Με τα χέρια, με το σώμα, με τη ψυχή! Διάβασε εσύ τη γλώσσα που μαθαίνω στο παιδί σου, μα μη θυμώνεις! Του το χρωστάς!! Μίλα με αγάπη. Είμαστε μουγγοί! όχι τρελοί! Το καρουζέλ γυρνάει... η μάνα το κοιτάει.... Τρέχει ένα δάκρυ. είναι η συγνώμη, χωρίς φωνή. ©Λίτσα Αλιβιζάτου

«Το χρώμα της αγάπης»

Εικόνα
 «Το χρώμα της αγάπης» Τι γνώμη έχεις για την αγάπη; Έχει χρώμα; έχει δύναμη; έχει φως; Την ονειρεύεσαι;  έχει πολλά γράμματα; πολλές έννοιες; Γιατί μαλώνουμε γι΄αυτήν; Ποιο δρόμο παίρνεις για να οδηγηθείς στο δέντρο της αγάπης; Μα έχει πολλά δέντρα το δάσος!! Ναι αλλά εσύ πρέπει να διαλέξεις  ένα από αυτά και να το φροντίσεις. Να ανθίσει! Μα θέλω να τα αγαπήσω όλα!!η ψυχή μου δεν είναι μονόδρομος!! Μη φοβάσαι, δεν περπατάς και χάνεσαι! Κάνε τη διαδρομή σου, θα δεις καρπούς, άνθη, μα μην τα κόψεις είναι αμαρτία!! Κοίτα τα μόνο ανθίζουν!!αυτό είναι αγάπη!! Έχω ελπίδα να αγαπήσω; να με αγαπήσουν;  Όλοι έχουμε. Μα μην συναντήσεις τον εγωισμό!! Μην του μιλήσεις, προσπέρασε τον!! Κοίτα με, έφτασα σχεδόν! Στο κήπο της αγάπης!! Λουλούδια, γεράνια, γαρδένια, τριαντάφυλλα, σταφύλια,  Κοίτα τις ρώγες!! Βλέπεις χρώματα ή αγάπη;; Μην τη προδώσεις, μην τη σκοτώσεις! Την λένε αγάπη!! περπάτησε την!!και όταν γεράσεις  μην αμελήσεις να την κρατήσεις για φυλαχτό!!! ©Λίτσα Αλιβιζάτου

«Ανθρωπιά»

Εικόνα
 «Ανθρωπιά» Μια κοινωνία βρώμικη κοιτάζω με μια θλίψη, παντού "σκουπίδια" για άνθρωποι, κόσμος με δολοφόνους . Γυναίκες,  λείπει το μυαλό, το μίσος τους θεριεύει, πρωτεύει ο εγωισμός, το πνεύμα παραδέρνει. Άνδρες που αφηνιάζουνε, Σκοτώνουν με ότι βρούνε, που πήγε εκείνη η καρδιά που μέσα τους χτυπάει; Πόσοι είναι οι ξεχωριστοί; γιατί είναι τόσοι λίγοι; κλείνει ο κύκλος της ζωής, τι κίνητρο τους δίνει; Φταίει η πείνα; το σύστημα; τι λείπει απ’ τη ζωή μας, που κάθε απώλεια πονά τόσο μες την ψυχή μας; Ανοίξτε κόσμε τις ψυχές, δώστε οτι μπορείτε, νοιαστείτε, μη σωπαίνετε, μένουμε και πιο λίγοι. Τα σωθικά μας καίγονται, το έγκλημα τριγυρίζει, μην αψηφάτε το καλό, τις σφαίρες σας πετάξτε, ντουφέκια δεν χρειάζονται γενιές να μεγαλώσουν, μόνο αγάπη  κι αγκαλιά και δείξτε λίγη ανθρωπιά προτού να είναι πια αργά κι η τρύπα μας ρουφήξει! ©Λίτσα Αλιβιζάτου

«Φτερά Αγγέλου»

Εικόνα
  «Φτερά Αγγέλου» Σε σκοτώνουν καθημερινά. Σου ραγίζουν τη ψυχή. Το σώμα, σε πονάνε. Παριστάνουν τους καλούς,  χαμογελούν στο κόσμο,  σου φορτώνουν το βάρος που σου σπαράζει τη καρδιά. Αρκεί να ικανοποιήσουν  τις πιο βαθιές ανάγκες τους,  τυλιγμένες σε συσκευασίες δώρου,  υποκρίνονται τους άρχοντες. Μα τα μυαλά τους είναι σακατεμένα. Το ξέρουν αλλά τα κουστούμια τους έχουν λεκέδες, βρωμιές,  δεν τους ακουμπά το βλέμμα σου,  τα δάκρυα σου, τα βογκητά σου.  Σου χρεώνουν το σαμάρι  που τους φόρεσε ο μικρόκοσμος του κρανίου τους. Και εσύ αφήνεις τη ψυχούλα σου  στην άσφαλτο, στο χορτάρι, στα σοκάκια, στα καλντερίμια των νησιών  τους. Μα δεν αλλάζει η κοινωνία γαϊδαράκο μου. Εσύ θα ησυχάσεις, θα ξεκουραστείς, το κορμάκι σου θα λυτρωθεί. Εμείς θα συνεχίσουμε να είμαστε ζώα. Εσύ θα μας χαμογελάς με τα φτερά αγγέλου. ©Λίτσα Αλιβιζάτου

#4 Απόσπασμα από "Τα Κοράλλια του Ιονίου"

Εικόνα
  Ο Γεράσιμος ήταν μπροστά στο Στράτο ολοζώντανος. Η Εριέτα κρυμμένη πίσω από τους θάμνους με την Μυρτώ και την Έλενα, βίωναν  το μεγαλύτερο σοκ στη ζωή τους.      «Ο πατέρας μου ζει!! Δεν είμαι καλά. Βοηθήστε  με… ο πατέρας μου  ζει!! Μας ξεγέλασε όλους!!» Ο θυμός και η οργή την είχαν κυριεύσει!!      « Ποιος ήταν στο φέρετρο  Θεέ μου...;» ψιθύρισε η Μυρτώ. Αγκαλιάστηκε με τα άλλα δύο κορίτσια. Έτρεμε σαν φύλλο η Εριέτα,  ο Στράτος όμως διατηρούσε τη ψυχραιμία του.     «Ζεις λοιπόν. Και πιστεύεις ότι θα σοκαριστώ και θα σε παρακαλέσω να μην πλησιάζεις την Ελπινίκη;»     «Θα μου δώσεις χρήματα πολλά και δεν θα ζητήσω τη γυναίκα μου πίσω. Χάρισμα σου..., αν όμως δεν το κάνεις... » Ο Στράτος τον άρπαξε από το λαιμό.     «Την Ελπινίκη δεν θα την πλησιάσεις ποτέ. Αλλιώς θα είσαι ένα κανονικό πτώμα, με μια κανονική κηδεία αυτή τη φορά!!»   Τρία κεφάλια μέσα στο αυτοκίνητο του Στράτου περίμεναν να επέμβουν. Τα αδέρφια του, η οικογένεια  του, η αγάπη που έτρεφαν ο ένας για τον άλλον... Λίγα μ

«Τα καθαρά παπούτσια»

Εικόνα
  «Τα καθαρά παπούτσια» Στο παγκάκι καθιστός...κοιτάς τους περαστικούς. Παρατηρείς τι φορούν.  Ωραία ρούχα, ακριβά οι περισσότεροι. Και τα παπούτσια τους … αυτά σε κάνουν να ξεχωρίζεις το χαρακτήρα κάποιου. Τη θυμάμαι αυτή τη φράση…  κάπου την έχω ξανακούσει… ότι  αν φοράει βρώμικα παπούτσια ο άνθρωπος  είναι και στη ψυχή.. το ίδιο.  Αν φοράει καθαρά, δείχνει την  ευγένεια  του, το ήθος του . Όποιος περνά από μπροστά σε κοιτάει. Παλιά ρούχα μα καθαρά…  παλιά παπούτσια, μα πεντακάθαρα. Όμως ψάχνουν άδειο παγκάκι να καθίσουν. Φοβούνται τις ρυτίδες σου; τα ρούχα σου; το θλιμμένο βλέμμα  σου; Κάθομαι εγώ… κοιτάς πρώτα το πρόσωπο μου,  το χαμόγελο μου στο δίνω με αγάπη. Δεν σε φοβάμαι.   "κοίτα " μου λες και μου δείχνεις τη θάλασσα. Χαμογελάς, για λίγο Κάθε μέρα κάθομαι μέχρι το βράδυ. Περιμένω το καράβι… ίσως  αυτή τη φορά έρθει το παιδί μου να με δει. Πάει καιρός; ρωτώ βουρκωμένη. Έχω σταματήσει να μετράω τις μέρες. Απλά περιμένω. Είμαι σίγουρος  κάποια στιγμή θα φανεί.  Εγώ πάν

Διάφανο

Εικόνα
  «Διάφανο» Ήρθες και εσύ...έλειψες καιρό, η ανάγκη, η επιθυμία να σε δεχθώ  είναι μια αίσθηση σπουδαία. Υπήρξαν φορές που σε αρνήθηκα, δεν μου άρεσε που με φυλάκιζες. Με δέσμευες, με ενοχλεί να με περιορίζουν. Δεν ζω με κανόνες. Με όρους. Δεν ήμουν αγαπημένη σου. Ερωμένη της σταγόνας σου δεν θέλησα να γίνω. Κτυπάς με μανία ότι βρεθεί στο πέρασμά σου. Κολλάς πάνω μου σαν βδέλλα. Θέλω να τελειώνεις σύντομα την επίσκεψη σου όταν σε βλέπω. Σήμερα σε κοίταξα με προσοχή. Αναρωτήθηκα τι σου βρίσκουν κάποιες ψυχές. Η περιέργεια δεν με κράτησε. Περίμενε με, θα δοκιμάσω να σε ακουμπήσω. Θέλω να δω τι νιώθουν οι άνθρωποι, τα δέντρα, η φύση όλη. Βγαίνω στο δρόμο. Σηκώνω το κεφάλι στον ουρανό... στάλες χοντρές πέφτουν στο μέτωπο μου, δεν κρυώνω, υποκλίνομαι στο άγγιγμα σου… Αυτό έχανα για χρόνια; είσαι διάφανο… καθαρό, μυρίζεις χάραμα, αυγή, σε κλείνω στη χούφτα μου. Κοιτώ τον ουρανό, τα σύννεφα σχηματίζουν αγγέλους, ο Θεός κοιτά, μου χαμογέλασε… τολμώ να του μιλήσω σηκώνω τα χέρια  μου σε Αυτόν.