Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2022

~Η δική μου ευχή~ 30/12/2022 Πεζογράφημα

Εικόνα
  ~Η δική μου ευχή~ 30/12/2022 Χαρούμενη η σημερινή  ημέρα! ~Χρόνια πολλά λέω στον εαυτό  μου!!~Χρόνια πολλά μου απαντά πάλι ο εαυτός  μου!! ~Καλή χρονιά βρε, λέω στον καθρέπτη  μου!! ~Καλή χρονιά κοριτσάκι μου ,απαντά  το ακριβό γυαλί του από γνωστή αλυσίδα. Χρόνια τώρα στέκεται στην είσοδο του σπιτιού  μου με ωραία κορνίζα,και γούστο του συντρόφου μου. Γενικότερα έχει ωραίο γούστο. Του αρέσουν όλα τα όμορφα ανεξαρτήτως οβολών. Τώρα που λέω όμορφα, δεν ξέρω... τι ακριβώς μου βρήκε, αλλά αυτό που ήθελα ήταν να περπατώ με έναν γοητευτικό κύριο δίπλα μου και να ακούω να ψυθιρίζουν: " τι της βρήκε;"  Και να γυρίζω το χέρι μου στο πλάι του τροφαντού γοφού μου με το δάκτυλο το μεσαίο όρθιο. Το φουλάρι μου το κόκκινο, αυτό... Αυτό θα φορέσω,είναι της νίκης ,δένει απαλά στον λαιμό...μια μικρή έλιτσα δίνει την αίσθηση του ερωτικού της υπόθεσης...'Αστην εκεί να φαίνεται λέω στο φουλάρι μην την κρύβεις... το ύφασμα απαλό αγγίζει το στήθος  μου... Αέρινο μοναδικό αγορά

«Είναι ο κόσμος μας σαθρός»

Εικόνα
  «Είναι ο κόσμος μας σαθρός» Είναι ο κόσμος μας σαθρός διαβρωμένος, νοσηρός,  έχουν στο στόχαστρο πολλοί να αδικήσουν  το παιδί. Να του πληγώσουν την ψυχούλα να του θολώσουν  το μυαλό, να λείψει από το παιδικό, το χάδι κείνο το απαλό. Φωτογραφίες παιδικές! Αλίμονο! Κοίτα ζωές Χαμογελούσαν, τραγουδούσαν και για το μέλλον καρτερούσαν! Δεν θα υπάρχει προσευχή να ανατρέψει  τη στιγμή; που ο τρόμος θα το κυνηγά κακό να μην το βρει ξανά!! Τα βλέπεις να περιπλανιώνται, για λάθη άλλων να ρωτώνται, λες και μπορούν να πουν με λόγια ότι έχουν νιώσει στα κατώγια. Στα στρώματα τα βρωμερά που δίχως έλεος τα ακουμπούν άλλες ψυχές εγκλωβισμένες από τα σπίτια τους δαρμένες. Είναι ο κόσμος μας σαθρός ατίθασος, αναρχικός, το έγκλημα μας κυβερνά και μια ομπρέλα θα κρατά να μην μπορεί το βρόχινο νερό το τόσο καθαρό να πλύνει τούτα  τα παιδιά που με τα μάτια πληγωμένα κοιτούν μια εσένα, μια εμένα!! ©Λίτσα Αλιβιζάτου

«Καρδιά μου»

Εικόνα
 «Καρδιά μου» Χτύπα καρδιά μου κι ας πονάς. Χτυπά σου λέω γιατί φοβάμαι μη σταματήσεις είναι νωρίς μην παρατήσεις το θόρυβό σου να μην αφήσεις απόηχο σου. Δεν με τρομάζουν όμως σκοτάδια Τους χτύπους θέλω για να ακούσω παιδιά κι εγγόνια να ακουμπήσω χάδι να δώσω να τους χαρίσω. Χτύπα καρδιά μου ,να αγαπώ! Κρότο μην κάνεις πριν σου το πω. Άσε με λίγο να ονειρευτώ, τώρα που ωρίμασα να γιατρευτώ! Τι σου γυρεύω...να ταξιδέψω  λιμάνια φτιάχνω με το μυαλό, κρατώ στα δάκτυλα σκληρό στυλό,  μελάνι στάζει, θα συνεχίσω  θα σε παλεύω, θα σε αποκτήσω.  Καρδιά μη παίξεις  χορού παιχνίδι! Κράτα στασίδι, κάτσε περίμενε με το καιρό, σαν έρθει η ώρα θα σου το πω!! ©Λίτσα Αλιβιζάτου

« Αγιά Σοφιά » #agiasofia#agiasophia

Εικόνα
  « Αγιά Σοφιά »   Πέφτει το σκοτάδι για ν’ ανάβουν τα φώτα, λάμπες με κίτρινο, ή λευκό φως. Ολοένα κι ο πλανήτης φωτίζεται με κάτι καινούριο, κάτι πιο εξελιγμένο.   Κάθε χώρα, μια ιστορία. Κάθε πόλη, ένας καημός. Μα πάντα ο Έλληνας μπροστά. Μια χώρα ηρώων. Πρωτιά βασιλιάδων, αρχοντάδων, πόλεμοι, προδοσίες, μάχες, νίκες.   Η Ελλάδα πάντα μπροστά. Τέχνη, πολιτισμός. Τα πήραν άλλοι. Μα δεν μιλήσαμε γι’ αυτό. Το στόμα  όλων μουγκό.   Θρησκεία, πίστη, δικά μας ήταν. Καημένη Αγιά Σοφιά. Όσοι σε προσκυνήσανε ποτέ δεν σε ξεχάσανε. Σε πήραν άλλοι.   Μα δεν μιλήσαμε ξανά. Καημένε βασιλιά κι εσύ δεν έζησες για να το δεις, μάστοροι κι αν παλέψανε  κι αν κλάψαμε για τη κλεψιά, άφθονη η μαγαρισιά.   Στιγμές μακάρι να ‘ρθουνε, να δούμε το καμπαναριό το όνειρο να ’ναι αληθινό.   Μην σκιάζεσαι τον ξεπεσμό, και το κλειδί θα ξανάρθει, σε χέρια καθαρά θαρρείς.   Ήλιος θα λάμψει κι όχι φως,   κερί Ελλήνων με ψυχή, δάκρυ

« Αμνησία » .

Εικόνα
    « Αμνησία » Πόσα « θυμάσαι; » να θυμηθείς;  στο λένε επιβλητικά χωρίς να νιώθουν. Θυμάσαι που...Όχι δεν θυμάμαι!! Μα γιατί; προσπάθησε!!  Στύψε το μυαλό σου!! Το κάνω κι ας μη το ξέρετε! Προσπαθώ κι ας μη το βλέπετε! Δεν φταιν' τα χρόνια μου! Δεν γέρασα!! " ξεκούτιανες" σου λένε! Είρωνας δε γεννιέσαι!! Γίνεσαι  γιατί νομίζεις όλα τα μπορείς! Αφήνω χαρτάκια, σημειώματα,  στις τσέπες, στα ντουλάπια,  στο ραγισμένο καθρέπτη μου. Μόνο αυτός καταλαβαίνει…  μαυρίζει η ψυχή  μου.  Δεν είμαι ρολόι. Χάνεται το μυαλό σιγά σιγά. Δεν  καταλαβαίνεις πως έγινε. Σου εξιστορούν,  κουνάς το κεφάλι μ’ενθουσιασμό  χαρούμενος...το κενό μέσα σου μεγαλώνει.  Περιμένεις να τελειώσουν οι στιγμές  του μαρτυρίου σου για ν’αφήσεις τα δάκρυα  να κυλήσουν καυτά στο πρόσωπο σου. Ψάχνω το φάρμακο να γίνω καλά. Ένα μπαούλο φωτογραφίες,  αρπάζω μ’αγωνία... κοιτώ τα πρόσωπα γνωστά είναι… δε σας γνωρίζω, πονάω... Η ψυχή μου σπαρταράει…  ένα μαντήλι λευκό κοιτώ... μυρίζει....άρωμα γιασεμιού… θυμάμαι μόν

#6 Απόσπασμα από "Τα Κοράλλια του Ιονίου"

Εικόνα
  « Φύγε παλιόσκυλο, πως μπήκες εδώ μέσα; »     Η Ερμιόνη κρατούσε μια γλάστρα πήλινη εκσφενδονίζοντάς την στο σκυλάκο, μα για καλή του τύχη δεν τον πέτυχε, τον έκανε όμως να τρέξει προς τον Παναγιώτη.     Η Εριέτα κρατούσε το θυμό της μήνες τώρα, μέχρι και σήμερα.     « Ως εδώ παλιόγρια. Δεν σ’ ακουμπάω σιχαμένη, ακόμα κι αν τ' αξίζεις. Το παλιόσκυλο, όπως φωνάζεις και χτυπάς με μια γλάστρα, έχει παραπάνω αξία από εσένα. Είναι μέλος της οικογένειας και υπό την προστασία του πεθερού μου. Έχει όνομα, τον λένε Γκούφυ και σε μια ώρα θα έρθει ο κτηνίατρος να τον δει! Θα πρότεινα βέβαια να δει εσένα!! »     Ο Ραζής κοιτώντας μια το σκύλο, μία την Ερμιόνη, ξέσπασε.     « Δεν νομίζεις ότι πήρες πολύ θάρρος; Εδώ και μέρες σου έχω θέσει όρια, το θυμάσαι; Αν δεν έχεις που να μείνεις, να καθίσεις στον ξενώνα και να μην έρχεσαι σ’ επαφή με κανένα μας. Αρκετό κακό δεν έχεις κάνει σε τούτο το σπίτι; Σε κοιτώ κι αηδιάζω. Πρόσεξε καλά! Αν ξαναπλησιάσεις τούτο δω το ζωντανό, ή όποιον άλλο

"ΤΡΥΠΙΟ ΜΠΛΟΥΖΑΚΙ"

Εικόνα
  ΤΡΥΠΙΟ  ΜΠΛΟΥΖΑΚΙ Κουρελιασμένη μπλούζα. Τι μου προσφέρεις που σε κρατώ… Μες στη ντουλάπα μου σε κοιτάζω κρυμμένη σε έχω σαν φυλαχτό. Κλείνω τα μάτια και σε μυρίζω. Το άγγιγμά σου, φέρνει λυγμό. Μια τρύπα βλέπω να μου θυμίζει τη φτώχεια που είχα πολύ καιρό. Στιγμές αγώνα, πάλη ψυχής να καταφέρω να επιβιώσω δίχως τα πλούτη, δίχως ζωή. Είχα το νου μου στη κάθε μέρα με οδηγό μου μια προσευχή. Μου είχε κοστίσει η αγορά της, και σαν τη φόρεσα για καιρό, η περηφάνια να την προσέχω ήταν το μόνο μου μυστικό. Μα δεν ντρεπόμουν που μ΄ είχες ντύσει, Είχα δουλέψει καιρό για αυτό. Για να αποκτήσω κάτι με κόπο από τα χέρια μου τα δύο. Πέρασαν χρόνια και όλα αλλάξαν, Κρυφό μου όπλο ένα μολύβι, ένα χαρτί, λίγο νερό, με συντροφεύει για να ξεπλένω τις μαύρες σκέψεις που κουβαλώ. Βλέπεις ότι κι αν κάνω, όπου και αν είμαι , δε σε ξεχνώ. Δεν με αλλάζει τούτο το μετάξι που 'ναι καινούριο και λαμπερό. Με ξεκουμπώνω, και το πετώ… Φοράω το τρύπιο, το παλιό... Γελάω μαζί σου...και μ΄ αγκαλιάζω, καθρέφτη ψ

«Προσευχή»

Εικόνα
 «Προσευχή» Θέλω να μιλήσω, για σένα  Παναγία μου. Να σε κοιτάξω στα μάτια όπως τότε. Ήμουν μικρό παιδί, θυμάμαι  κείνες τις στιγμές, που δεν σε πίστευα… Σε έβλεπα στο εκκλησάκι  μα ούτε που Σε κοιτούσα, ήμουν παιδί, σου λέω, ανίδεος για τη καλοσύνη σου, τη δύναμη  σου  την πίστη σου στον άνθρωπο. Εσύ ήσουν λυπημένη για τον Γιο σου, Ήξερες ότι ο άνθρωπος τον πρόδωσε. Ο άνθρωπος τον κρέμασε. Μα η δική σου πίστη ήταν μεγαλύτερη. Και ας υπέφερες. Είχες υποταχθεί στη μοίρα σου. Ώσπου μια νύχτα στο κρεβάτι μου άκουσα έναν ήχο όμορφο, απαλό,  ένα θρόισμα, ήσουν Εσύ. Κρατούσες το Σταυρό στα απαλά σου χέρια. Με πλησίασες με αγάπη, ένιωσα το άγγιγμά Σου. <θα γίνεις άγγελος στη γη σαν με πιστέψεις, μη χαθείς περπατά με το φως μου> Δάκρυσα, και σε πίστεψα,  πάντα με συντροφεύεις,  με οδηγείς, με ακολουθείς. Χάρη σε σένα τώρα εγώ  και μέσα από φωτιά περνώ  για σένα Παναγία μου. ©Λίτσα Αλιβιζάτου Φωτο από προσωπική συλλογή [ προσκύνημα στην Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μανταμάδου Λέσβου ]

#5 Απόσπασμα από «Τα Κοράλλια του Ιονίου»

Εικόνα
  «Μη βιάζεσαι Καλλιγά, θα σ’ ενημερώσω όταν θελήσω εγώ».        «Ναι» απάντησε ο Καλλιγάς, «αλλά εγώ έχω τα λεφτά και τα κοιτάω όσο εσύ κάνεις το μάγκα του γλυκού νερού. Συνεννοηθήκαμε;»        «Άντε πνίξου παλιόγερε! Να περιμένεις νέα μου!»   Η συνομιλία τελείωσε. Η Εριέτα τους κοιτούσε απορημένη.         «Μόνο εγώ κατάλαβα κάτι που ίσως δεν είναι στη φαντασία μου; Όταν ο κύριος Γιάννης τον είπε μάγκα του γλυκού νερού, αυτός θύμωσε. Για μένα αυτό δηλώνει αναστάτωση».   Η Έλενα σηκώθηκε.        «Στη θάλασσα τον έχουν, σας το λέω. Ενοχλήθηκε, τρομοκρατήθηκε ότι μπορεί να καταλάβαμε που κρύβουν τον Αλέξη».   Ο Καλλιγάς τους άκουγε όλους προσεκτικά.         «Έχετε δίκιο. Να βρούμε καΐκι για να ψάξουμε»   Φοβισμένη η Ευγενία, για πρώτη φορά μίλησε.        «Γιατί να μη δώσουμε τα χρήματα να γυρίσει πίσω το παιδί; Να μη ρισκάρουμε τη ζωή του Αλέξη μας!»        «Θα τα δώσουμε Ευγενία μου, μα όποιοι άγγιξαν τον   Αλέξη θα το πληρώσουν ακριβά!» απάντησε ο Καλλιγάς.

« Λευκή Κορδέλα »

Εικόνα
 « Λευκή  Κορδέλα » Ένας άνδρας, πολλοί άνδρες, κανένας Άνδρας. "όλοι είναι ίδιοι", πάντα ακούγεται πικρόχολο, μια γυναίκα, όμορφη αλλά  άτακτη ". Δύο άνθρωποι μαζί. Δυο διαφορετικοί κόσμοι γίνονται ένας. αποδέξου τον!! Αποδέξου την! Όχι, μη σε ενοχλεί η δική της συνήθεια! Είναι δική της. Της ανήκει!. Είναι η γυναίκα σου, είναι η κάθε γυναίκα!! Εσύ ψυχή μου γιατί θυμώνεις; "Άνδρας είμαι, κάνω ότι θέλω!" Είσαι γενναίος… είσαι σπουδαίος, ότι και αν κάνεις, τίμιο αν είναι, είσαι άνδρας. Αν αγαπάς είσαι άνδρας! Θεός μας έπλασε. Τι σημασία έχει η πρωτιά; δεν παίρνουμε μετάλλιο!! Μην απορείς που δεν με νοιάζουν όλα αυτά... Ζευγάρι είναι τα παπούτσια...πότε μεγάλα, πότε στενά, Όχι μην μπούμε μέσα σε αυτά! Ξυπόλυτη αγάπη λέγεται. Περπάτησέ την. Κι αν ματώσουμε θα τα ενώσουμε. Δεν με λένε γυναίκα,  με λένε ζωή. Δεν σε λένε άνδρα, σε λένε ψυχή. Ένωσε τις λέξεις!... μια κορδέλα λευκή ανεμίζει. Μην ακούς την ορδή μιας κοινωνίας πολέμιας. Δεν ξεχωρίζουμε!! Χωρίς αλλά, χωρίς

«Τα χρόνια εκείνα»

Εικόνα
  «Τα χρόνια εκείνα» Εκείνα τα χρόνια έτσι ήταν, Δύσκολα και κουραστικά, μα οι άνθρωποι άντεχαν Σήκωναν τα μανίκια, προσπαθούσαν να αδράξουν τη μέρα...έπειτα... σε λιγοστά στάχυα κοιμίζαν τα κορμιά τους. Σπασμένα σα κούκλες ψεύτικες πέρα δώθε, να φυτέψουν, να οργώνουν να γεννήσουν, ν΄ αντέξουν τη φτώχεια το χλευασμό, ανήμποροι να ονειρευτούν ένα καλύτερο μέλλον. Μάτια πονεμένα, κουρασμένα από το φως της λάμπας, σα ξημέρωνε τρεχαλητό στο πηγάδι να σύρει ο άντρας το σίκλο με το κρυστάλλινο νερό… κοιτούσε βαθιά κι έβλεπε το πρόσωπο του. Μιλούσε ώρα στο πηγάδι, η φωνή του έφτανε οσάν βουητό στα έγκατα της γης. Άκουγε το γάργαρο νερό να βυθίζεται μέσα στο κουβά και με χαρά το ανέβαζε ως απάνω. Αυτές ήταν στιγμές, χαρές, κι έπειτα ο καθένας στη δουλειά του. Ζύμωμα, φούρνισμα, ζεστό κρασί, μια μπάλα από χαρτί κλωτσούσαν τα κούτσικα, το γέλιο τους έφτανε μέχρι τον ουρανό, στα αυτιά του Θεού. Τα χρόνια εκείνα η φασαρία δεν ήταν από τα αμάξια ήταν από τα κάρα, από τα άλογα, για μήπως και  ποδήλα

«Η δασκάλα»

Εικόνα
 «Η δασκάλα» Μίλησε μου! πες μου ξανά τη φράση! Δεν καταλαβαίνω τι λες! όχι δεν φταίω! Μιλάς ελληνικά; μιλάω με τα χέρια! Σου εξηγώ, κατάλαβέ με! Τα δάκτυλα μου σου δείχνουν τι θέλω! Με αγωνία σχηματίζουν  γράμματα, λόγια, κύκλους, κουτάκια, γιατί δεν τα βλέπεις; Μιλάς ελληνικά; κοιτάζω το στόμα σου. Κατάλαβα τι λες, εσύ γιατί θυμώνεις; Ίδιοι είμαστε άνθρωπε, την ίδια γλώσσα μιλάμε! Όχι, εσύ παίζεις με τα χέρια, κουνιέσαι σαν μαριονέτα!! Δεν ξέρεις λέξη. Πιάνω χαρτί, σου γράφω, τα χέρια τρέμουν, έχω θυμό! με όλους! δεν φτιάχτηκε ο κόσμος  μόνο για σας! Είμαι μουγκή, όχι  άμυαλη! Είμαι δασκάλα, σε παιδιά σαν το δικό σου! Του μαθαίνω να μιλάει! Ελληνικά  και άλλες γλώσσες! Με τα χέρια, με το σώμα, με τη ψυχή! Διάβασε εσύ τη γλώσσα που μαθαίνω στο παιδί σου, μα μη θυμώνεις! Του το χρωστάς!! Μίλα με αγάπη. Είμαστε μουγγοί! όχι τρελοί! Το καρουζέλ γυρνάει... η μάνα το κοιτάει.... Τρέχει ένα δάκρυ. είναι η συγνώμη, χωρίς φωνή. ©Λίτσα Αλιβιζάτου

«Το χρώμα της αγάπης»

Εικόνα
 «Το χρώμα της αγάπης» Τι γνώμη έχεις για την αγάπη; Έχει χρώμα; έχει δύναμη; έχει φως; Την ονειρεύεσαι;  έχει πολλά γράμματα; πολλές έννοιες; Γιατί μαλώνουμε γι΄αυτήν; Ποιο δρόμο παίρνεις για να οδηγηθείς στο δέντρο της αγάπης; Μα έχει πολλά δέντρα το δάσος!! Ναι αλλά εσύ πρέπει να διαλέξεις  ένα από αυτά και να το φροντίσεις. Να ανθίσει! Μα θέλω να τα αγαπήσω όλα!!η ψυχή μου δεν είναι μονόδρομος!! Μη φοβάσαι, δεν περπατάς και χάνεσαι! Κάνε τη διαδρομή σου, θα δεις καρπούς, άνθη, μα μην τα κόψεις είναι αμαρτία!! Κοίτα τα μόνο ανθίζουν!!αυτό είναι αγάπη!! Έχω ελπίδα να αγαπήσω; να με αγαπήσουν;  Όλοι έχουμε. Μα μην συναντήσεις τον εγωισμό!! Μην του μιλήσεις, προσπέρασε τον!! Κοίτα με, έφτασα σχεδόν! Στο κήπο της αγάπης!! Λουλούδια, γεράνια, γαρδένια, τριαντάφυλλα, σταφύλια,  Κοίτα τις ρώγες!! Βλέπεις χρώματα ή αγάπη;; Μην τη προδώσεις, μην τη σκοτώσεις! Την λένε αγάπη!! περπάτησε την!!και όταν γεράσεις  μην αμελήσεις να την κρατήσεις για φυλαχτό!!! ©Λίτσα Αλιβιζάτου

«Ανθρωπιά»

Εικόνα
 «Ανθρωπιά» Μια κοινωνία βρώμικη κοιτάζω με μια θλίψη, παντού "σκουπίδια" για άνθρωποι, κόσμος με δολοφόνους . Γυναίκες,  λείπει το μυαλό, το μίσος τους θεριεύει, πρωτεύει ο εγωισμός, το πνεύμα παραδέρνει. Άνδρες που αφηνιάζουνε, Σκοτώνουν με ότι βρούνε, που πήγε εκείνη η καρδιά που μέσα τους χτυπάει; Πόσοι είναι οι ξεχωριστοί; γιατί είναι τόσοι λίγοι; κλείνει ο κύκλος της ζωής, τι κίνητρο τους δίνει; Φταίει η πείνα; το σύστημα; τι λείπει απ’ τη ζωή μας, που κάθε απώλεια πονά τόσο μες την ψυχή μας; Ανοίξτε κόσμε τις ψυχές, δώστε οτι μπορείτε, νοιαστείτε, μη σωπαίνετε, μένουμε και πιο λίγοι. Τα σωθικά μας καίγονται, το έγκλημα τριγυρίζει, μην αψηφάτε το καλό, τις σφαίρες σας πετάξτε, ντουφέκια δεν χρειάζονται γενιές να μεγαλώσουν, μόνο αγάπη  κι αγκαλιά και δείξτε λίγη ανθρωπιά προτού να είναι πια αργά κι η τρύπα μας ρουφήξει! ©Λίτσα Αλιβιζάτου

«Φτερά Αγγέλου»

Εικόνα
  «Φτερά Αγγέλου» Σε σκοτώνουν καθημερινά. Σου ραγίζουν τη ψυχή. Το σώμα, σε πονάνε. Παριστάνουν τους καλούς,  χαμογελούν στο κόσμο,  σου φορτώνουν το βάρος που σου σπαράζει τη καρδιά. Αρκεί να ικανοποιήσουν  τις πιο βαθιές ανάγκες τους,  τυλιγμένες σε συσκευασίες δώρου,  υποκρίνονται τους άρχοντες. Μα τα μυαλά τους είναι σακατεμένα. Το ξέρουν αλλά τα κουστούμια τους έχουν λεκέδες, βρωμιές,  δεν τους ακουμπά το βλέμμα σου,  τα δάκρυα σου, τα βογκητά σου.  Σου χρεώνουν το σαμάρι  που τους φόρεσε ο μικρόκοσμος του κρανίου τους. Και εσύ αφήνεις τη ψυχούλα σου  στην άσφαλτο, στο χορτάρι, στα σοκάκια, στα καλντερίμια των νησιών  τους. Μα δεν αλλάζει η κοινωνία γαϊδαράκο μου. Εσύ θα ησυχάσεις, θα ξεκουραστείς, το κορμάκι σου θα λυτρωθεί. Εμείς θα συνεχίσουμε να είμαστε ζώα. Εσύ θα μας χαμογελάς με τα φτερά αγγέλου. ©Λίτσα Αλιβιζάτου

#4 Απόσπασμα από "Τα Κοράλλια του Ιονίου"

Εικόνα
  Ο Γεράσιμος ήταν μπροστά στο Στράτο ολοζώντανος. Η Εριέτα κρυμμένη πίσω από τους θάμνους με την Μυρτώ και την Έλενα, βίωναν  το μεγαλύτερο σοκ στη ζωή τους.      «Ο πατέρας μου ζει!! Δεν είμαι καλά. Βοηθήστε  με… ο πατέρας μου  ζει!! Μας ξεγέλασε όλους!!» Ο θυμός και η οργή την είχαν κυριεύσει!!      « Ποιος ήταν στο φέρετρο  Θεέ μου...;» ψιθύρισε η Μυρτώ. Αγκαλιάστηκε με τα άλλα δύο κορίτσια. Έτρεμε σαν φύλλο η Εριέτα,  ο Στράτος όμως διατηρούσε τη ψυχραιμία του.     «Ζεις λοιπόν. Και πιστεύεις ότι θα σοκαριστώ και θα σε παρακαλέσω να μην πλησιάζεις την Ελπινίκη;»     «Θα μου δώσεις χρήματα πολλά και δεν θα ζητήσω τη γυναίκα μου πίσω. Χάρισμα σου..., αν όμως δεν το κάνεις... » Ο Στράτος τον άρπαξε από το λαιμό.     «Την Ελπινίκη δεν θα την πλησιάσεις ποτέ. Αλλιώς θα είσαι ένα κανονικό πτώμα, με μια κανονική κηδεία αυτή τη φορά!!»   Τρία κεφάλια μέσα στο αυτοκίνητο του Στράτου περίμεναν να επέμβουν. Τα αδέρφια του, η οικογένεια  του, η αγάπη που έτρεφαν ο ένας για τον άλλον... Λίγα μ

«Τα καθαρά παπούτσια»

Εικόνα
  «Τα καθαρά παπούτσια» Στο παγκάκι καθιστός...κοιτάς τους περαστικούς. Παρατηρείς τι φορούν.  Ωραία ρούχα, ακριβά οι περισσότεροι. Και τα παπούτσια τους … αυτά σε κάνουν να ξεχωρίζεις το χαρακτήρα κάποιου. Τη θυμάμαι αυτή τη φράση…  κάπου την έχω ξανακούσει… ότι  αν φοράει βρώμικα παπούτσια ο άνθρωπος  είναι και στη ψυχή.. το ίδιο.  Αν φοράει καθαρά, δείχνει την  ευγένεια  του, το ήθος του . Όποιος περνά από μπροστά σε κοιτάει. Παλιά ρούχα μα καθαρά…  παλιά παπούτσια, μα πεντακάθαρα. Όμως ψάχνουν άδειο παγκάκι να καθίσουν. Φοβούνται τις ρυτίδες σου; τα ρούχα σου; το θλιμμένο βλέμμα  σου; Κάθομαι εγώ… κοιτάς πρώτα το πρόσωπο μου,  το χαμόγελο μου στο δίνω με αγάπη. Δεν σε φοβάμαι.   "κοίτα " μου λες και μου δείχνεις τη θάλασσα. Χαμογελάς, για λίγο Κάθε μέρα κάθομαι μέχρι το βράδυ. Περιμένω το καράβι… ίσως  αυτή τη φορά έρθει το παιδί μου να με δει. Πάει καιρός; ρωτώ βουρκωμένη. Έχω σταματήσει να μετράω τις μέρες. Απλά περιμένω. Είμαι σίγουρος  κάποια στιγμή θα φανεί.  Εγώ πάν

Διάφανο

Εικόνα
  «Διάφανο» Ήρθες και εσύ...έλειψες καιρό, η ανάγκη, η επιθυμία να σε δεχθώ  είναι μια αίσθηση σπουδαία. Υπήρξαν φορές που σε αρνήθηκα, δεν μου άρεσε που με φυλάκιζες. Με δέσμευες, με ενοχλεί να με περιορίζουν. Δεν ζω με κανόνες. Με όρους. Δεν ήμουν αγαπημένη σου. Ερωμένη της σταγόνας σου δεν θέλησα να γίνω. Κτυπάς με μανία ότι βρεθεί στο πέρασμά σου. Κολλάς πάνω μου σαν βδέλλα. Θέλω να τελειώνεις σύντομα την επίσκεψη σου όταν σε βλέπω. Σήμερα σε κοίταξα με προσοχή. Αναρωτήθηκα τι σου βρίσκουν κάποιες ψυχές. Η περιέργεια δεν με κράτησε. Περίμενε με, θα δοκιμάσω να σε ακουμπήσω. Θέλω να δω τι νιώθουν οι άνθρωποι, τα δέντρα, η φύση όλη. Βγαίνω στο δρόμο. Σηκώνω το κεφάλι στον ουρανό... στάλες χοντρές πέφτουν στο μέτωπο μου, δεν κρυώνω, υποκλίνομαι στο άγγιγμα σου… Αυτό έχανα για χρόνια; είσαι διάφανο… καθαρό, μυρίζεις χάραμα, αυγή, σε κλείνω στη χούφτα μου. Κοιτώ τον ουρανό, τα σύννεφα σχηματίζουν αγγέλους, ο Θεός κοιτά, μου χαμογέλασε… τολμώ να του μιλήσω σηκώνω τα χέρια  μου σε Αυτόν.