#1 Απόσπασμα από "Τα κοράλλια του Ιονίου"
«Ραζή έλα στο γραφείο σου τώρα, έχουμε κάτι να
πούμε!!»
Η
γυναίκα έκλεισε τη πόρτα με δύναμη.
«
Άκου παλιόγερε, αν δεν θες να βρεθείς σε κανένα λόμπο, θα κάνεις ότι πω. Μου
σκότωσες τον άνδρα, μου πήρες τη ζωή, θα τη γλιτώσεις έτσι νόμισες ;»
Ο
Ραζής άρχισε να φουσκώνει σαν γαλοπούλα ...
«Τι
έπαθες Ραζή, σου ήρθε φαστίδιο;»
«Τι
ξέρεις για με τρελή, σύρε στον Άγιο να σε διαβάσουνε!»
«Θα
κόψεις ν’ απλώνεις τα βρωμόχερά σου στην κυρά μου και θα φύγεις από
το δωμάτιο, σατανόγερε! Σου έχω κι άλλες εκπλήξεις Ραζή, γιατί είσαι τομάρι. Θ'
αφήσεις ήσυχη τη γυναίκα σου και την κόρη μου, να παντρευτεί το γιο σου. Αν
ακουμπήσεις καμία, Ραζή, θα σε διαλύσω μ’ όση δύν
αμη έχω. Έχεις βιάσει, έχεις
κλέψει με τον άλλο τον Ιούδα, τον Ληξουραίο, έχετε γεμίσει τις τσέπες σας χρυσό,
μα τα παιδιά σας είναι άφραγκα. Βγάλε λεφτά απ' το μπαούλο σου, δώσ' τα στο γιο
σου για το γάμο του με την κόρη μου. Όσο για μένα, δεν θα καθίσω να σου
μαγειρεύω, βρωμιάρη».
Ο
Ραζής ηττημένος έσκυψε το κεφάλι του. Ψιθύρισε μεσ' από τα δόντια του « Θα
έρθει η στιγμή που θα σε σκοτώσω , ελεεινή».
Η
Ελπινίκη γέλασε ειρωνικά. «Ναι , κάνε το. Έτσι κι αλλιώς έχω πεθάνει και δεν το
ξέρεις. Οι κασέτες είναι στα χέρια μου, μα και στο δικηγόρο μου. Μια τρίχα ν’
ακουμπήσεις από μένα, δαίμονα, θα σε βρούνε στη μπούκα της γέφυρας. Μην
τσιγκουνεύεσαι, τ’ ακούς; Θα έρθεις τώρα μαζί μου με το ωραίο σου σκατένιο
χαμόγελο και θα δώσεις στα παιδιά μας την ευχή σου».