Βασιλικός
« Βασιλικός »
Μια γιαγιά παρατημένη, στη πόρτα στέκεται γερμένη,
ποτίζει το βασιλικό.
Τρίτη φορά που σήμερα του ρίχνει
μπόλικο νερό.
Με βλέπει και χαμογελάει,
το πρόσωπό της φωτεινό,
τον καμαρώνει τον αγγίζει.
«Κοίτα» μου λέει, «διψάει κ αυτό».
«Μοσχοβολά» της απαντάω «μα το ποτίζετε πολύ».
Βλέμμα με πόνο, απελπισμένο ...
«δεν το θυμάμαι» μου απαντά...
«Κόρη μου να σου πω μπορώ;»
«Έχω άνοια τώρα και ξεχνώ...»
δάκρυα κυλούν στο πρόσωπο της
το δρόμο γύρω μας κοίτα
«έχω και αμάξι μα δεν ξέρω που το 'χω αφήσει από καιρό...»
Πιάνω το χέρι της με αγάπη
«πάμε μια βόλτα ;»τη ρωτώ...
ευτυχισμένη με αγγίζει...να 'σαι καλά γλυκιά μου κόρη
Είμαι για χρόνια μοναχή...
σαν περπατάμε παρακάτω φωνάζει σαν μικρό παιδί
«να το τ’ αμάξι μου» μου λέει «στη τσέπη έχω τα κλειδιά...
μα σκοτεινιάζει η ψυχή μου
που δεν θυμάμαι τόσα πια».
«Μπείτε κυρά Αγάπη μέσα, θα πάμε βόλτα κοντινή…
θα έρχομαι να σας θυμίζω
πως έχετε κι εσείς ψυχή».
Μια κοινωνία όταν ξεχνάει πως δικαιούστε προσοχή
θα έρχεται πάντα μια "κόρη"
σπόρους να ρίχνει στην αυλή.
©Λίτσα Αλιβιζάτου